Δευτέρα, 18 Απριλίου 2016 09:32

Εισαγωγές Οίνου

H βασική πρόκληση που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι οι υψηλές τιμές που καταγράφονται και η έλλειψη καλής ποιότητας οίνων μεσαίας τιμής.

Τα χαρακτηριστικά αυτά σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης και την επιβράδυνση στην αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων των Ρώσων καταναλωτών επιφέρουν σημαντικό πλήγμα στις προοπτικές ανάπτυξης της ρωσικής αγοράς οίνων. Τα κρασιά σε προσιτές τιμές που προσφέρονται στη χώρα είναι συνήθως χαμηλής ποιότητας, ενώ οι τιμές των μέσης ποιότητας οίνων επηρεάζονται από διάφορους περιορισμούς που τίθενται στις εισαγωγές και από τα υψηλά περιθώρια κέρδους. Έτσι, οίνοι οι οποίοι κυκλοφορούν σε ευρωπαϊκά σούπερ μάρκετ στην τιμή των 5 ευρώ, στα ρωσικά σούπερ μάρκετ ο καταναλωτής τους βρίσκει στα 20-25 ευρώ.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι μέσης ποιότητας οίνοι είναι έως και πέντε φορές πιο ακριβοί για τους Ρώσους καταναλωτές σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους καταναλωτές, με αποτέλεσμα οι επιλογές στην αγορά να είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Επιπλέον, η ετήσια αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης για το κρασί προσθέτει επιπλέον πίεση στις τιμές λιανικής πώλησης κρασιού.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τελωνειακής Υπηρεσίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, οι συνολικές εισαγωγές οίνου (Κωδικός Συνδυασμένης Ονοματολογίας 2204) στη Ρωσία κατά το 2014 ανήλθαν σε 649 εκ. λίτρα που αντιστοιχούν σε 1,14 δισεκ. $ ΗΠΑ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 6,7% σε όρους ποσότητας και 6,9% σε όρους αξίας σε σχέση με το 2013.

Οι 5 πρώτες χώρες που εξήγαγαν οίνους στη Ρωσία κατά το 2014, στις οποίες αναλογεί το 77% των συνολικών εισαγωγών οίνων της Ρωσίας, ήταν η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Γεωργία και η Χιλή.

Η Ελλάδα κατέλαβε την 27η θέση μεταξύ των εξαγωγέων οίνου στη Ρωσία, με μερίδιο μόλις 0,1% επί των συνολικών εισαγωγών οίνου της Ρωσίας, συνολικής αξίας 1 εκ. $ ΗΠΑ και ποσότητας 657.641 λίτρων, καταγράφοντας μείωση 38,4% και 32,1% αντίστοιχα, σε σχέση με το 2013. Ωστόσο, επισημαίνεται η σημαντική απόκλιση μεταξύ των στοιχείων της Ρωσικής Ομοσπονδιακής Τελωνειακής Υπηρεσίας και της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, σύμφωνα με την οποία, οι ελληνικές εξαγωγές οίνου στη Ρωσική Ομοσπονδία κατά το 2014 ανήλθαν σε μόλις 413.076 ευρώ, καταγράφοντας πτώση της τάξης του 11,2% σε σχέση με το 2013.

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα πραγματοποιεί εξαγωγές μόνο οίνου που εμπίπτει στην κατηγορία του Κωδικού Συνδυασμένης Ονοματολογίας 220421 (Κρασιά από νωπά σταφύλια, στα οποία περιλαμβάνονται και τα εμπλουτισμένα με αλκοόλη κρασιά, και μούστος, σε δοχεία με περιεχόμενο που δεν υπερβαίνει τα 2 lt) στη Ρωσία. Αξίζει επίσης να σημειωθεί:

  • Η σημαντικότατη αύξηση των εισαγωγών από τη Γεωργία, τόσο σε αξία όσο και σε ποσότητα.
  • Η μείωση των εισαγωγών από το σύνολο των “Νέων χωρών”: Χιλή, Νότιος Αφρική, Αργεντινή, Αυστραλία. Εξαίρεση αποτελεί η Νέα Ζηλανδία.
  • Η σημαντική πτώση των εισαγωγών από την Ουκρανία και τη Μολδαβία.
  • Ο διπλασιασμός των εισαγωγών από το Ισραήλ και τη Ρουμανία.
  • Ο σχεδόν μηδενισμός των εισαγωγών από τη Βραζιλία και τον Καναδά.

Σύμφωνα με στοιχεία του Ρωσικού Ερευνητικού Κέντρου Ομοσπονδιακών και Περιφερειακών Αγορών Αλκοολούχων Προϊόντων, η συντριπτική πλειοψηφία των κρασιών που διακινούνται στη ρωσική αγορά αποτελεί οίνους χαμηλής τιμής. Έτσι, το 70% των διακινούμενων οίνων διατίθεται σε τιμές χαμηλότερες των 150 ρουβλίων (~ 3 ευρώ), το 15% σε τιμές από 150-300 ρούβλια (~ 3-6 Ευρώ), το 10% σε τιμές από 300-500 ρούβλια (~6-10 ευρώ) και μόλις το 5% αφορά ακριβά κρασιά, με τιμές που ανέρχονται σε άνω των 500 ρουβλίων (~10 ευρώ).

Η περιορισμένη διάδοση των οίνων έχει και τη θετική συνέπεια ότι το εγχώριο καταναλωτικό κοινό δεν επηρεάζεται από τα γνωστά σε άλλες χώρες στερεότυπα όσον αφορά στις παραδοσιακές χώρες προέλευσης, αφήνοντας έτσι ίσες ευκαιρίες εισόδου νέων χωρών παραγωγών οίνου, όπως η χώρα μας. Δεδομένης της ποιότητας των Ελληνικών κρασιών, εκτιμάται ότι η δυνατότητα της χώρας μας να κατακτήσει το μερίδιο της αγοράς που της αναλογεί έναντι των βασικών ανταγωνιστών θα κριθεί πλέον από τη σωστή προώθηση – μάρκετινγκ. Δεδομένης της ιδιαίτερης οικονομικής στενότητας που αντιμετωπίζει επί του παρόντος η χώρα μας, εν μέσω βαθιάς κρίσης, θεωρούμε απαραίτητο όπως για την προώθηση αξιοποιηθεί το απαράμιλλο πλεονέκτημα που διαθέτει η χώρα μας ως δέκτης σημαντικού τουριστικού ρεύματος από την Ρωσία μέσω της συγχώνευσης της διαφημιστικής δράσης των δύο «συγκοινωνούντων» κλάδων του Τουρισμού και του Οίνου.